Άγγιξε με σε παρακαλώ.
Το κλειδί το έχω κάτω από το χαλάκι..
Άνοιξε, μπες μέσα αλλά μην πειράξεις τίποτα, μην μετακινήσεις τίποτα ακόμη και το σκονισμένο τραπέζι μη το καθαρίσεις άστο όπως το βλέπεις..
Όταν με συνηθίσεις στο σκοτάδι με το φως των ματιών μας τότε να είσαι βέβαιη πως θα σε αφήσω να την καθαρίσεις, να βάλεις εσύ το χρώμα που σ'αρέσει μέσα και να γεμίσει παντού μόνο το άρωμα σου, να μπαίνω και να μυρίζεις εσύ.. μόνο εσύ.
Όμως για την ώρα απλά μπες και κάτσε επάνω στις σκονισμένες καρέκλες της ψυχής μου, αυτή η σκόνη δεν λερώνει τα ρούχα μην φοβάσαι.